Τα συμπτώματα COVID-19 μπορεί μερικές φορές να παραμείνουν για μήνες. Ο ιός μπορεί να βλάψει τους πνεύμονες, την καρδιά και τον εγκέφαλο, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο μακροχρόνιων προβλημάτων υγείας.
Οι περισσότεροι που νοσούν από κορωνοϊό (COVID-19) αναρρώνουν εντελώς εντός μερικών εβδομάδων. Αλλά μερικοί , ακόμη και εκείνοι που είχαν ήπιες εκδοχές της νόσου , συνεχίζουν να εμφανίζουν συμπτώματα μετά την αρχική ανάρρωσή τους.
Οι ηλικιωμένοι και τα άτομα με πολλές σοβαρές ιατρικές παθήσεις είναι πιο πιθανό να παρουσιάσουν παρατεταμένα συμπτώματα COVID-19, αλλά ακόμη και νέοι, διαφορετικά υγιείς άνθρωποι μπορούν να αισθάνονται αδιαθεσία για εβδομάδες έως μήνες μετά τη μόλυνση. Τα κοινά σημεία και συμπτώματα που παραμένουν με την πάροδο του χρόνου περιλαμβάνουν :
- Κόπωση
- Δύσπνοια
- Βήχα
- Αρθραλγίες
- Θωρακικό άλγος
- Προβλήματα μνήμης, συγκέντρωσης και ύπνου
- Μυαλγίες ή/και πονοκέφαλο
- Ταχυπαλμίες
- Ανοσμία ή/και αγευσία
- Διαταραχή άγχους ή/και καταθλιπτική διαταραχή
- Ζάλη
- Επιδείνωση των συμπτωμάτων μετά από φυσική ή πνευματική δραστηριότητα
Βλάβες οργάνων μετά τη λοίμωξη από Κορωνοϊό (covid-19).
Παρόλο που ο Κορωνοϊός COVID-19 θεωρείται ως μια ασθένεια που επηρεάζει κυρίως τους πνεύμονες, μπορεί επίσης να βλάψει πολλά άλλα όργανα. Αυτή η βλάβη των οργάνων μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο μακροχρόνιων προβλημάτων υγείας. Τα όργανα που ενδέχεται να επηρεαστούν από το COVID-19 περιλαμβάνουν:
Καρδιά. Απεικονιστικές εξετάσεις που έγιναν μήνες μετά την ανάρρωση από το COVID-19 έδειξαν διαρκή βλάβη στον καρδιακό μυ, ακόμη και σε άτομα που παρουσίασαν μόνο ήπια συμπτώματα COVID-19. Αυτό μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας ή άλλων καρδιακών επιπλοκών στο μέλλον.
Πνεύμονες. Ο τύπος της πνευμονίας που σχετίζεται συχνά με το COVID-19 μπορεί να προκαλέσει μακροχρόνια βλάβη στους μικροσκοπικούς αερόσακους (κυψελίδες) στους πνεύμονες. Ο προκύπτων ινώδης ιστός μπορεί να οδηγήσει σε μακροχρόνια αναπνευστικά προβλήματα.
Εγκέφαλος. Ακόμη και στους νέους, το COVID-19 μπορεί να προκαλέσει εγκεφαλικά επεισόδια, σπασμούς και σύνδρομο Guillain-Barre – μια κατάσταση που προκαλεί προσωρινή παράλυση. Το COVID-19 μπορεί επίσης να αυξήσει τον κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου του Πάρκινσον και της νόσου του Αλτσχάιμερ.
Θρομβώσεις και αγγειακές νόσοι. Το COVID-19 μπορεί να αυξήσει τις πιθανότητες να σχηματιστούν θρόμβοι. Ενώ οι μεγάλοι θρόμβοι μπορούν να προκαλέσουν καρδιακές προσβολές και εγκεφαλικά επεισόδια, μεγάλο μέρος της καρδιακής βλάβης που προκαλείται από το COVID-19 πιστεύεται ότι προέρχεται από πολύ μικρούς θρόμβους που εμποδίζουν μικροσκοπικά αιμοφόρα αγγεία (τριχοειδή αγγεία) στον καρδιακό μυ.
Άλλα μέρη του σώματος που επηρεάζονται από θρόμβους περιλαμβάνουν τους πνεύμονες, τα πόδια, το ήπαρ και τα νεφρά. Το COVID-19 μπορεί επίσης να αποδυναμώσει τα αιμοφόρα αγγεία και να τα προκαλέσει διαρροή, γεγονός που συμβάλλει σε δυνητικά μακροχρόνια προβλήματα με το ήπαρ και τα νεφρά.
Αυτός είναι ο λόγος που κατά την εισαγωγή στο νοσοκομείο λόγω λοίμωξης από Κορωνοϊό ξεκινά αντιπηκτική αγωγή η οποία και συνεχίζεται για κάποιο χρονικό διάστημα ακόμη και μετά το εξιτήριο από το νοσοκομείο. Οι θρομβώσεις και αγγειακές παθήσεις παρατηρήθηκαν από την πρώτη φάση της πανδημίας όπου ορισμένοι ασθενείς ακόμη και μετά την πάροδο μηνών παρουσίαζαν θρομβώσεις ή αγγειακές παθήσεις.
Διαταραχές διάθεσης και κόπωση. Τα άτομα που έχουν σοβαρά συμπτώματα του COVID-19 ορισμένες φορές οδηγούνται σε μονάδα εντατικής θεραπείας, με μηχανική βοήθεια, όπως αναπνευστήρες. Αυτή η εμπειρία μπορεί να κάνει ένα άτομο πιο πιθανό να αναπτύξει αργότερα σύνδρομο μετατραυματικού στρες, κατάθλιψη και άγχος.
Επειδή είναι δύσκολο να προβλέψουμε μακροπρόθεσμα αποτελέσματα από τον νέο ιό COVID-19, οι επιστήμονες εξετάζουν τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις που παρατηρούνται σε σχετικούς ιούς, όπως ο ιός που προκαλεί σοβαρό οξύ αναπνευστικό σύνδρομο (SARS).
Πολλά άτομα που έχουν αναρρώσει από το SARS έχουν αναπτύξει σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, μια σύνθετη διαταραχή που χαρακτηρίζεται από ακραία κόπωση που επιδεινώνεται με σωματική ή ψυχική δραστηριότητα, αλλά δεν βελτιώνεται με ανάπαυση. Το ίδιο μπορεί να ισχύει για άτομα που είχαν COVID-19.
Πολλές επιστημονικές δημοσιεύσεις έχουν αποδείξει την αποτελεσματικότητα της Οζόνοθεραπείας στην αντιμετώπιση της λοίμωξης από Κορωνοϊό και στην οξεία φάση αλλά και στην ταχεία αποκατάσταση σε αυτό που ονομάζουμε σύνδρομο μετά λοίμωξης Κορωνοϊού ή Post Covid-19 Syndrome.
Οι ιδιότητες της οζόνοθεραπείας στην βελτίωση της μικροκυκλοφορίας στο αγγειακό δίκτυο καθώς και αποφυγής των μικροθρομβωτικών επεισοδίων παράλληλα με την παροχή μεγαλύτερης ποσότητας οξυγόνου στους ιστούς όπως οι πνεύμονες , επιτυγχάνει την ταχύτερη αποκατάσταση των βλαβών.
Επίσης πολύ σημαντική είναι η μείωση των ελευθέρων ριζών παρά το παράδοξο της βιο-οξειδωτικής θεραπείας που συνεπάγεται και λιγότερες βλάβες σε όργανα στόχους και επιτάχυνση αποκατάστασης.
Συστήνεται κυρίως η μεγάλη αυτομετάγγιση , η οποία είναι μια από τις μεθόδους οζόνοθεραπείας , όπου περίπου 150 γραμμάρια αίματος του ασθενούς εμπλουτίζονται από το κατάλληλο μείγμα οξυγόνου-όζοντος σε ένα αποστειρωμένο δίκτυο σε ειδικό ασκό και κατόπιν μεταγγίζονται στον ίδιο τον ασθενή (αυτο-μετάγγιση).
Το πρωτόκολλο που ακολουθείται είναι μια μεγάλη αυτομετάγγιση την εβδομάδα τον πρώτο μήνα και έπειτα μια φορά το μήνα για ένα χρόνο , εξατομίκευση μπορεί να υπάρξει ανάλογα την σοβαρότητα των συμπτωμάτων.
Κωνσταντίνος Νικητίδης MD
- https://translational-medicine.biomedcentral.com/articles/10.1186/s12967-018-1644-y
- https://www.cdc.gov/me-cfs/about/possible-causes.html
- https://www.mayoclinic.org/diseases-conditions/coronavirus/in-depth/coronavirus-long-term-effects/art-20490351
- https://www.ossigenoozono.it/Pages/CovidList.aspx
- https://www.isnews.it/politica/78317-gea-medica-pazienti-rinati-a-nuova-vita-con-l-ozonoterapia-post-covid.html